«Οι διατροφικές διαταραχές έχουν μεγάλο αντίκτυπο στον εγκέφαλο- Μεγάλη αύξηση περιστατικών»

Τι είπε η Δρ. Μαρία Τσιάκα στο Ράδιο ΕΝΑ

Οι διατροφικές διαταραχές αποτελούν για πολλούς ψυχιατρικές ασθένειες, όμως σύμφωνα με την Δρ. Μαρία Τσιάκα, πρόεδρο του Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών, που μίλησε στο Ράδιο ΕΝΑ και στον Ηλία Κουτσερή έχουν μεγάλο αντίκτυπο και επηρεάζουν σημαντικά και τον εγκέφαλο. Η κ. Τσιάκα τόνισε πως στην Ελλάδα δεν έχει δοθεί η δέουσα προσοχή στο μείζον αυτό ζήτημα το οποίο αφορά ακόμη και σε παιδιά 9 ετών, ενώ παρατήρησε ότι τόσο την περίοδο της πανδημίας όσο και έπειτα καταγράφεται αύξηση των περιστατικών με ανορεξία αλλά και βουλιμία.

 

«Έχουμε μία πολύ μεγάλη αύξηση περιστατικών διατροφικών διαταραχών μετά την πανδημία και κατά τη διάρκεια της πανδημίαςκαι αυτή τη στιγμή έχουμε πάρα πολλά αιτήματα στο Κέντρο από ανθρώπους που νοσήσανε στο πρώτο Lockdown και ήδη μιλάμε για χρονιότητα γιατί ήδη έχουν περάσει 4 χρόνια και οι ασθενείς και οι οικογένειες δυστυχώς δεν έχουν πάρει τη δέουσα προσοχή ούτε έχει αντιμετωπιστεί το πρόβλημα», επεσήμανε η ίδια.

Μάλιστα η ίδια εξήγησε ότι ένας μεγάλος μύθος που επικρατεί είναι πως η ανορεξία αλλά και η βουλιμία είναι σαν επάρατοι νόσοι, που όμως αυτό δεν ισχύει, καθώς εάν γίνει παρέμβαση τα πρώτα τρία χρόνια, τότε μπορεί να υπάρχει και 100% ίαση.«Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό γιατί μιλάμε για εφήβους, αλλά και για παιδιά που είναι σε στα στάδιο προ- ήβης, δηλαδή παιδιά 10, 11, 12 ετών. Είναι τραγικό όταν εμφανίζονται μικρά παιδιά 9-10 ετών,  τα οποία έχουν ανορεξία και  δεν έχουν καμία διαφορά με κάποιον ενήλικα ή κάποιον έφηβο που πάσχει από διατροφική διαταραχή, δηλαδή οι σκέψεις και οι συμπεριφορές είναι πανομοιότυπες», τόνισε η κ. Τσιάκα.

Σημείωσε δε ότι στην Ελλάδα, δεν δίνεται η δέουσα προσοχή στο θέμα των διατροφικών διαταραχών, ενώ την ίδια στιγμή στην Ευρώπη και στον κόσμο υπάρχει μεγάλη κινητικότητα.

Αυτό, όπως σημείωσε η κ. Τσιάκα,  οφείλεται στο γεγονός ότι και σε ερευνητικό επίπεδο η Ελλάδα είναι  πάρα πολύ πίσω και ακόμη και στα Πανεπιστήμια δεν υπάρχει αυτό το γνωστικό αντικείμενο, με αποτέλεσμα οι φοιτητές συναφών κλάδων ψυχικής υγείας να μην είναι ενημερωμένοι και σε ένα επίπεδο καταρτισμένοι όσον αφορά στη διαχείριση της νόσου ή και την αναγνώρισή της.

 

Το πρωτόκολλο αντιμετώπισης

Η Δρ. Μαρία Τσιάκα είναι πια και η επίσημη εκπρόσωπος του αμερικανικού TBT-S Institute σε Ελλάδα και Κύπρο και πιστοποιήθηκε ως η μοναδική εκπρόσωπος και εκπαιδεύτρια σε όλη τη Μεσόγειο ενός καινοτόμου πρωτοκόλλου θεραπείας για την αντιμετώπιση των διατροφικών διαταραχών.

Η ίδια μιλώντας γι’ αυτό το πρωτόκολλο επεσήμανε ότι η διατροφική διαταραχή είναι μία εγκεφαλικά προσδιοριζόμενη νόσος, δηλαδή δεν είναι μία καθαρή ψυχολογική- ψυχιατρική ασθένεια, έχει πολύ μεγάλο αντίκτυπο στον εγκέφαλο ο υποσιτισμός και η λανθασμένη διαχείριση της τροφής από τον ασθενή επηρεάζει πάρα πολύ συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου και συγκεκριμένα νευρωνικά κυκλώματα.

Αυτό σημαίνει όπως εξήγησε η ίδια ότι δεν τίθεται θέμα θέλησης του ασθενούς με την έννοια που το θέτουμε, ούτε τίθεται θέμα αντίδρασης του ασθενούς, γιατί πολλές οικογένειες ή ειδικοί πιστεύουν ότι το κάνουν από αντίδραση.

«Υπάρχουν πολλές δημοσιεύσεις που αποδεικνύουν ότι υπάρχει σοβαρό θέμα στα νευρωνικά κυκλώματα του εγκεφάλου σε επιμέρους περιοχές με αποτέλεσμα ο εγκέφαλος των ασθενών να μην λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, που λειτουργεί ο δικός μας.Οπότε δρουν και αντιλαμβάνονται τελείως διαφορετικά τα πράγματα απ’ ότι βλέπουμε εμείς, που δεν έχει επηρεαστεί ο εγκέφαλος από τον υποσιτισμό, σημείωσε η ίδια και συμπλήρωσε ότι οι διατροφικές διαταραχές έχουν τον μεγαλύτερο μεγάλο βαθμό θνησιμότητας απ’ όλες τις ψυχικές νόσους και γι’ αυτό χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης και παρέμβασης.

«Η πρώτη βάση του θεραπευτικού πρωτοκόλλου είναι πως ο εγκέφαλος έχει επηρεαστεί, άρα ο τρόπος που λειτουργεί ο ασθενής είναι έξω από τον έλεγχό του και γι’ αυτό ακριβώς δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε πλήρως τον ασθενή στις επιλογές που κάνει», ανέφερε η κ. Τσιάκα σημειώνοντας πως οι ασθενείς δεν αντιλαμβάνονται τι τους συμβαίνει και μπαίνουν σε άρνηση, ενώ σε ασθενείς έχει συρρικνωθεί ο εγκέφαλός τους από την ανορεξία.

«Αυτό είναι πολύ σοβαρό γιατί όταν ένας εγκέφαλος έχει ατροφήσει προφανώς δεν μπορεί να λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο. Επηρεάζεται πολύ η μνήμη και οι ασθενείς δεν θυμούνται πράγματα, δεν αντιλαμβάνονται κάποια πράγματα την ώρα της πολύ μεγάλης έντασης κι αυτό τους διαφοροποιεί πάρα πολύ στο να αποφασίσουν οι ίδιοι να μπορούν να λειτουργήσουν στο κομμάτι της θεραπείας», τόνισε.

Παράλληλα ασθένειες όπως αγχώδεις διαταραχές, ψυχαναγκαστική διαταραχή, ΔΕΠΥ, αλλά και ο αυτισμός, που παρατηρείται σε ορισμένους ασθενείς, επιβαρύνουν περαιτέρω τη διαδικασία ανάρρωσης, γιατί συνδέεται με τα νευρωνικά κυκλώματα, τα οποία όντας κάποιος υποσιτιζόμενος επηρεάζονται ακόμη περισσότερο με αποτέλεσμα ο ασθενής να μπαίνει σε πολύ ακραίες συμπεριφορές σε ότι αφορά στη νόσο.

Την ίδια στιγμή ρόλο παίζουν και τα ιδιοσυγκρασιακά χαρακτηριστικά, δηλαδή το να είναι κάποιος παρορμητικός, τελειομανής κτλ καθώς είναι γονιδιακά προσδιοριζόμενα.

«Το πρωτόκολλο λέει το εξής ότι εάν θέλουμε να θεραπεύσουμε τη νόσο θα πρέπει να ανακατευθύνουμε το ιδιοσυγκρασιακό του ασθενούς από κάτι αρνητικό και καταστροφικό σε κάτι πιο παραγωγικό», επεσήμανε και συμπλήρωσε ότι βάση του πρωτοκόλλου είναι η αλληλοβοήθεια.

 

«Το πρωτόκολλο είναι πολύ δομημένο και λαμβάνει υπόψη κάτι πολύ σημαντικό ότι ο ασθενής μόνος του δεν μπορεί,  άρα χρειάζεται εμπλοκή των υποστηρικτών του, που κυρίως είναι η οικογένεια. Εάν  κάποιος μόνος του προσπαθεί να αντιμετωπίσει τη νόσο είναι σαν να κολυμπάς κόντρα στο ρεύμα ενός ποταμού. Πόσο θα αντέξεις να το πηγαίνεις μόνος σου, χωρίς βάρκα, χωρίς βοήθεια, χωρίς κουπιά;

Η εμπλοκή είναι πολύ βασική. Δείχνει ότι είναι πολύ βασικό να δρούμε όλοι μαζί. Κανένας ειδικός, γονιός, ασθενής δεν μπορεί να κάνει τα πράγματα μόνος του, άρα πρέπει να είμαστε όλοι μαζί, με τρόπο οργανωμένο, δομημένο με πολύ συγκεκριμένες λύσεις που δίνονται από το πρωτόκολλο, ώστε να λειτουργήσει η θεραπεία.Όταν δεν υπάρχει εμπλοκή υποστηρικτών δεν δουλεύει η θεραπεία», εξήγησε η κ. Τσιάκα.

Η ίδια κατέληξε ότι ο εγκέφαλος είναι ο ενορχηστρωτής στον τρόπο που λειτουργεί η νόσος και το φάρμακο για να αποκατασταθεί ο εγκέφαλος σταδιακά είναι η τροφή. «Όμως η τροφή είναι κάτι φοβικό σε αυτούς τους ασθενείς. Γι’ αυτό και πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να πάρει το φάρμακο ο ασθενείς». επεσήμανε.

Απόδοση ραδιοφωνικής συνέντευξης: Δήμητρα Παλαιοδημοπούλου

 

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.